Home > Term: διαλυτών κατάχρηση
διαλυτών κατάχρηση
Σκόπιμη εισπνοής (ή πόσιμο) των πτητικών διαλυτών, προκειμένου να γίνουν μεθυσμένων.
- Kalbos dalis: noun
- Pramonės šaka / sritis: Biology; Chemistry
- Category: Toxicology
- Company: National Library of Medicine
0
Kūrėjas
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)