Home > Term: πλεονασμού
πλεονασμού
Στην ανοχή σφαλμάτων, η παρουσία του βοηθητικά εξαρτήματα σε ένα σύστημα να εκτελέσει τις ίδιες ή παρόμοιες λειτουργίες με άλλα στοιχεία με σκοπό την πρόληψη ή την ανάκτηση από αποτυχίες.
- Kalbos dalis: noun
- Pramonės šaka / sritis: Computer; Software
- Category: Software engineering
- Organization: IEEE Computer Society
0
Kūrėjas
- Khrysaor
- 100% positive feedback