Home >  Term: ποσοστό (επιδημιολογία)
ποσοστό (επιδημιολογία)

Το μέτρο της συχνότητας με την οποία ένα συμβάν σε ένα καθορισμένο πληθυσμό σε ένα καθορισμένο χρονικό διάστημα.

Σημείωση 1: τα περισσότερα τέτοια ποσοστά είναι αναλογίες, υπολογίζεται διαιρώντας αριθμητή ένα, π.χ. του αριθμού των θανάτων, ή πρόσφατα που απαντάται κρουσμάτων μιας ασθένειας σε μια δεδομένη περίοδο, από ένα παρονομαστή, π.χ. , ο μέσος όρος πληθυσμού κατά την περίοδο αυτή.

Σημείωση 2: Ορισμένα ποσοστά είναι ποσοστά, δηλαδή ο αριθμητής περιέχεται μέσα στον παρονομαστή (ως πότε ένας αριθμός ασθενών με συγκεκριμένη ασθένεια διαιρείται δια του συνολικού πληθυσμού από τον οποίο προέρχονται).

0 0

Kūrėjas

  • Andreas
  • (Larissa, Greece)

  •  (V.I.P) 20790 points
  • 100% positive feedback
© 2025 CSOFT International, Ltd.