Home > Term: ραδιενέργεια
ραδιενέργεια
Η μείωση του ποσού του κάθε ραδιενεργού υλικού με το πέρασμα του χρόνου, λόγω της αυθόρμητη εκπομπής από το πυρήνων είτε alpha, beta σωματίδια ή ακτίνες γάμμα.
- Kalbos dalis: noun
- Pramonės šaka / sritis: Environment
- Category: Radiation hazards
- Educational Institution: Harvard University
0
Kūrėjas
- Khrysaor
- 100% positive feedback