Home >  Term: ισχαιμία
ισχαιμία

Τοπικό ανεπάρκεια της προσφοράς αίματος και επομένως οξυγόνου σε ένα όργανο ή ιστό χρωστούν συστολή των σκαφών αίματος ή κωλυσιεργίας.

0 0

Kūrėjas

  • Golgotha
  •  (V.I.P) 30507 points
  • 100% positive feedback
© 2025 CSOFT International, Ltd.