Home > Term: σφυρηλάτηση
σφυρηλάτηση
Ένα μεταλλικό μέρος εργάστηκε για να προκαθορισμένο σχήμα από μία ή περισσότερες διαδικασίες όπως απαθής, πιέζοντας το πλήκτρο ή για στρίψιμο.
- Kalbos dalis: noun
- Pramonės šaka / sritis: Metals
- Category: Steel
- Company: Michelle Applebaum Research
0
Kūrėjas
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)