Home > Term: οίδημα
οίδημα
1) Υπερβολικού ποσού υδαρής υγρού συσσωρεύεται στους intercellular χώρους, που συνήθως ανευρίσκονται σε υποδόρια ιστών.
2) Πρήξιμο που προκαλούνται από περίσσεια υγρού στους ιστούς του Σώματος.
- Kalbos dalis: noun
- Pramonės šaka / sritis: Medical
- Category: Human genome
- Company: National Library of Medicine
0
Kūrėjas
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)