Home > Term: diploid
diploid
1) Το κανονικό αριθμό των χρωμοσωμάτων σε ένα δια σωματικών κυττάρων, στον άνθρωπο, 46 χρωμοσώματα (22 ζεύγη autosomes και δύο φυλετικά χρωμοσώματα)
2) Diploid είναι ένα κελί ή οργανισμού που έχει κατά ζεύγη χρωμοσωμάτων, μία από κάθε γονέα. Στον άνθρωπο, κελιά, εκτός από τα ανθρώπινα κύτταρα σεξ, είναι διπλοειδή και έχουν 23 ζεύγη χρωμοσωμάτων. Ανθρώπινα κύτταρα σεξ (αυγό και σπερματοζωάρια) περιέχουν ένα ενιαίο σύνολο των χρωμοσωμάτων και είναι γνωστά ως haploid.
- Kalbos dalis: noun
- Pramonės šaka / sritis: Medical
- Category: Human genome
- Company: National Library of Medicine
0
Kūrėjas
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)