Home > Term: διηλεκτρική σταθερά
διηλεκτρική σταθερά
Η αναλογία της ικανότητας ενός συμπυκνωτή με δοθεί διηλεκτρικό και η ικανότητα του συμπυκνωτή ίδια με ένα κενό ως διηλεκτρικό.
- Kalbos dalis: noun
- Pramonės šaka / sritis: Energy
- Category: Natural gas
- Company: AGA
0
Kūrėjas
- ml09s5k
- 100% positive feedback
(Leeds, United Kingdom)