Home >  Term: ενδοοικογενειακών
ενδοοικογενειακών

Το ίδιο αίματος ή προέλευσης· συγκεκριμένα: αφορούν ή που αφορούν πρόσωπα (ως ξαδέλφια πρώτου βαθµού) που σχετίζονται στενά.

0 0

Kūrėjas

© 2025 CSOFT International, Ltd.