Home > Term: biostatic
biostatic
Επίθετο που εφαρμόζεται σε μια ουσία η οποία επαναπροωθήσει την αύξηση ή ο πολλαπλασιασμός των ζωντανών οργανισμών.
- Kalbos dalis: noun
- Pramonės šaka / sritis: Biology; Chemistry
- Category: Toxicology
- Company: National Library of Medicine
0
Kūrėjas
- Khrysaor
- 100% positive feedback