Home >  Term: ανθρωπογενείς
ανθρωπογενείς

1. Προκάλεσε από ή να επηρεαστούν από τις ανθρώπινες δραστηριότητες.

2. Describing συντελεστή μετατροπής που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό μιας δόσης ή συγκέντρωσης που επηρεάζουν έναν άνθρωπο που έχουν προέλθει από δεδομένα που έχουν ληφθεί με ένα άλλο είδος, π.χ. ο επίμυς.

0 0

Kūrėjas

  • Golgotha
  •  (V.I.P) 30507 points
  • 100% positive feedback
© 2025 CSOFT International, Ltd.