Home > Term: αλωπεκία
αλωπεκία
Ιατρικός όρος για την τριχόπτωση. Γενικά αναφέρεται σε απώλεια μαλλιών στο τριχωτό της κεφαλής.
- Kalbos dalis: noun
- Pramonės šaka / sritis: Personal care products
- Category: Shampoo
- Company: Shampoo.com
0
Kūrėjas
- chrlabr
- 100% positive feedback
(Athens, Greece)