αντιστάθμιση κινδύνου (hedging)
Συναλλαγή κατά την οποία ο επενδυτής παίρνει μία αντίθετη θέση στην αγορά των παραγώγων από αυτή που ήδη έχει στην υποκείμενη αγορά προκειμένου να την προστατέψει.
- Kalbos dalis: noun
- Pramonės šaka / sritis: Banking
- Category: Investment banking
0
Other terms in this blossary
Kūrėjas
- Aggeliki
- 100% positive feedback
(Berlin, Germany)