Home > Term: ταχυκαρδία (ταχυαρρυθμία)
ταχυκαρδία (ταχυαρρυθμία)
Γρήγοροι χτύποι της καρδιάς συνήθως 100 ανά λεπτό.
- Kalbos dalis: noun
- Pramonės šaka / sritis: Medical devices
- Category: Cardiac supplies
- Company: Boston Scientific
0
Kūrėjas
- KATRAT
- 100% positive feedback