Home >  Term: γκουανό
γκουανό

1. Τεχνητή κόπρου, κυρίως ότι προέρχεται από τα ψάρια. 2. Ορνιθοειδή φυσικών λιπασμάτων από κόπρανα της θάλασσας.

0 0

Kūrėjas

  • Khrysaor
  •  (V.I.P) 30644 points
  • 100% positive feedback
© 2024 CSOFT International, Ltd.